Eλάτε να γνωρίσουμε την Αρχαία Ελληνική Μουσική, μια Μουσική που έχει ιστορία όση και η Ελλάδα, αφού οι πρώτες αρχές της χάνονται στα βάθη των μυθικών χρόνων.
Οι Αρχαίοι Έλληνες, με τη φαντασία που τους διέκρινε, απέδιδαν θεϊκή προέλευση στα πάντα, όπως και στη Μουσική. Έτσι έπλασαν τις Μούσες, που ήταν αρχικά θεές του τραγουδιού και αργότερα της Ποίησης και των άλλων τεχνών και επιστημών. Οι εννέα Μούσες –κόρες του Δία και της Μνημοσύνης- έμεναν στον Όλυμπο για να διασκεδάζουν τους θεούς στα συμπόσιά τους και κατέβαιναν στη γη για να δώσουν έμπνευση στους ανθρώπους.
Δεν ήταν, όμως, για τους Αρχαίους Έλληνες μόνο η έμπνευση θεϊκή. Και τα μουσικά όργανα. που χρησιμοποιούσαν, πίστευαν ότι τα επινόησαν οι θεοί και αφού τα χάρισαν στους ανθρώπους, τους δίδαξαν και τον τρόπο με τον οποίο έπρεπε να παίζονται. Έτσι ο Ερμής κατασκεύασε για τον Απόλλωνα τη λύρα, η Αθηνά εφηύρε τον αυλό και ο τραγοπόδαρος Πάνας τον δικό του επτακάλαμο αυλό.
Στους μύθους των Αρχαίων Ελλήνων, η Μουσική έχει υπερφυσικές δυνάμεις. Ο Αμφίωνας, βασιλιάς της Θήβας περιτείχισε την πόλη του με κάστρο που χτίστηκε μόνο του, αφού οι πέτρες έμπαιναν στη θέση τους υπό τον ήχο μιας χρυσής λύρας, δώρο του Απόλλωνα. O Όμηρος, στην Οδύσσεια (Τ.457) αναφέρει ότι οι γιοι του Αυτόλυκου θεράπευσαν τον Οδυσσέα σταματώντας την αιμορραγία του με το τραγούδι τους.
Ο Ορφέας με τους ήχους της δικής του λύρας, εξημέρωνε ανθρώπους, ζώα, ακόμα και το θεό του Άδη, τον Πλούτωνα, που μη μπορώντας να αντισταθεί στη μαγευτική μουσική του, επιτρέπει στον Ορφέα να ξαναπάρει από τον κάτω κόσμο τη γυναίκα του, την Ευρυδίκη. Και όταν επιστρέφοντας από την Αργοναυτική εκστρατεία, πέρασε από τη Σικελία, οι τρομερές Σειρήνες αυτοκτόνησαν αφού το δικό τους τραγούδι ήταν κατώτερο από εκείνο του Ορφέα.
Η Μουσική για τους Αρχαίους Έλληνες είναι απαραίτητη για τον νου και τη ψυχή ,όσο απαραίτητο είναι το φως για τη ζωή και δεν είναι τυχαίο το ότι ο θεός Απόλλωνας είχε υπό την προστασία του και τα δύο αυτά αγαθά .
Η εκπαίδευση των νέων δεν μπορούσε να θεωρηθεί πλήρης, αν δεν περιελάμβανε μαθήματα Μουσικής. Ο Σωκράτης, όπως αναφέρεται στο έργο του Πλάτωνα «Πολιτεία» υποστηρίζει ότι «τις δύο Τέχνες Μουσική και Γυμναστική τις χάρισαν οι θεοί για την ισορροπία καλλιεργημένου πνεύματος και γερού σώματος». Πολλές είναι οι ζωγραφικές παραστάσεις σε αγγεία που μας δείχνουν σκηνές από την Μουσική εκπαίδευση και ζωή των Αρχαίων Ελλήνων.
Χαρακτηριστικό του σεβασμού τους προς τη Μουσική είναι ότι οι πρώτοι βωμοί που έκτισαν ήταν αφιερωμένοι στις Μούσες και τον αρχηγό τους θεό Απόλλωνα, που γι αυτό ονομάζεται «Μουσηγέτης». Σ΄ αυτόν αφιέρωσαν και τους πρώτους θρησκευτικούς ύμνους, τους Παιάνες. Ο παιάνας είναι μεγαλοπρεπής και σεμνός ύμνος που τραγουδιόταν και ταυτόχρονα χορεύονταν με συνοδεία λύρας. Αργότερα παρουσιάζεται ο διθύραμβος (θορυβώδης και ζωηρός ύμνος προς τον θεό Διόνυσο.).
Οι Αρχαίοι Έλληνες, με τη φαντασία που τους διέκρινε, απέδιδαν θεϊκή προέλευση στα πάντα, όπως και στη Μουσική. Έτσι έπλασαν τις Μούσες, που ήταν αρχικά θεές του τραγουδιού και αργότερα της Ποίησης και των άλλων τεχνών και επιστημών. Οι εννέα Μούσες –κόρες του Δία και της Μνημοσύνης- έμεναν στον Όλυμπο για να διασκεδάζουν τους θεούς στα συμπόσιά τους και κατέβαιναν στη γη για να δώσουν έμπνευση στους ανθρώπους.
Δεν ήταν, όμως, για τους Αρχαίους Έλληνες μόνο η έμπνευση θεϊκή. Και τα μουσικά όργανα. που χρησιμοποιούσαν, πίστευαν ότι τα επινόησαν οι θεοί και αφού τα χάρισαν στους ανθρώπους, τους δίδαξαν και τον τρόπο με τον οποίο έπρεπε να παίζονται. Έτσι ο Ερμής κατασκεύασε για τον Απόλλωνα τη λύρα, η Αθηνά εφηύρε τον αυλό και ο τραγοπόδαρος Πάνας τον δικό του επτακάλαμο αυλό.
Στους μύθους των Αρχαίων Ελλήνων, η Μουσική έχει υπερφυσικές δυνάμεις. Ο Αμφίωνας, βασιλιάς της Θήβας περιτείχισε την πόλη του με κάστρο που χτίστηκε μόνο του, αφού οι πέτρες έμπαιναν στη θέση τους υπό τον ήχο μιας χρυσής λύρας, δώρο του Απόλλωνα. O Όμηρος, στην Οδύσσεια (Τ.457) αναφέρει ότι οι γιοι του Αυτόλυκου θεράπευσαν τον Οδυσσέα σταματώντας την αιμορραγία του με το τραγούδι τους.
Ο Ορφέας με τους ήχους της δικής του λύρας, εξημέρωνε ανθρώπους, ζώα, ακόμα και το θεό του Άδη, τον Πλούτωνα, που μη μπορώντας να αντισταθεί στη μαγευτική μουσική του, επιτρέπει στον Ορφέα να ξαναπάρει από τον κάτω κόσμο τη γυναίκα του, την Ευρυδίκη. Και όταν επιστρέφοντας από την Αργοναυτική εκστρατεία, πέρασε από τη Σικελία, οι τρομερές Σειρήνες αυτοκτόνησαν αφού το δικό τους τραγούδι ήταν κατώτερο από εκείνο του Ορφέα.
Η Μουσική για τους Αρχαίους Έλληνες είναι απαραίτητη για τον νου και τη ψυχή ,όσο απαραίτητο είναι το φως για τη ζωή και δεν είναι τυχαίο το ότι ο θεός Απόλλωνας είχε υπό την προστασία του και τα δύο αυτά αγαθά .
Η εκπαίδευση των νέων δεν μπορούσε να θεωρηθεί πλήρης, αν δεν περιελάμβανε μαθήματα Μουσικής. Ο Σωκράτης, όπως αναφέρεται στο έργο του Πλάτωνα «Πολιτεία» υποστηρίζει ότι «τις δύο Τέχνες Μουσική και Γυμναστική τις χάρισαν οι θεοί για την ισορροπία καλλιεργημένου πνεύματος και γερού σώματος». Πολλές είναι οι ζωγραφικές παραστάσεις σε αγγεία που μας δείχνουν σκηνές από την Μουσική εκπαίδευση και ζωή των Αρχαίων Ελλήνων.
Χαρακτηριστικό του σεβασμού τους προς τη Μουσική είναι ότι οι πρώτοι βωμοί που έκτισαν ήταν αφιερωμένοι στις Μούσες και τον αρχηγό τους θεό Απόλλωνα, που γι αυτό ονομάζεται «Μουσηγέτης». Σ΄ αυτόν αφιέρωσαν και τους πρώτους θρησκευτικούς ύμνους, τους Παιάνες. Ο παιάνας είναι μεγαλοπρεπής και σεμνός ύμνος που τραγουδιόταν και ταυτόχρονα χορεύονταν με συνοδεία λύρας. Αργότερα παρουσιάζεται ο διθύραμβος (θορυβώδης και ζωηρός ύμνος προς τον θεό Διόνυσο.).
Όλες οι λατρευτικές τελετές και πανηγυρικές πομπές ,όπως επίσης και όλες οι εκδηλώσεις της καθημερινής ζωής των, πλαισιώνονται από Μουσική. Η εργασία γίνεται καλύτερα, όταν συνοδεύεται από τραγούδι .Δείπνα, συμπόσια, θυσίες, αγώνες, στιγμές χαράς και λύπης, όπως ο γάμος, ο ερχομός στη ζωή, ο θάνατος και ο πόλεμος πλημμυρίζουν από ήχους. Παράλληλα με τους μεγάλους αθλητικούς αγώνες (Ολυμπιακοί, Νέμεα, Πύθια), διεξάγονται Μουσικοί αγώνες, όπου διαγωνίζονται μουσικοί στον αυλό και την κιθάρα.
Στην Αρχαία Ελλάδα δεν υπάρχει ποίηση χωρίς Μουσική. Γι αυτό ποιητής και συνθέτης είναι συνήθως το ίδιο πρόσωπο. Η πρώτη έντεχνη ποίηση και Μουσική είναι τα έπη , που συναντάμε στα χρόνια του Ομήρου. Πρόκειται όχι ακριβώς για τραγούδι, αλλά για απαγγελία ποιημάτων με συνοδεία λύρας. Τα έπη περιγράφουν κατορθώματα ηρώων ή πολεμικές αναμετρήσεις και ψάλλονται από τους ραψωδούς σε συμπόσια, αγώνες και επίσημες γιορτές. Εκτός από τον ίδιο τον δημιουργό της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, φημισμένοι ραψωδοί είναι ο Φήμιος, ο Θάμυρης και ο Δημόδοκος.
Την ίδια εποχή παρουσιάζονται διάφορα άλλα τραγούδια ο Λίνος (τραγούδι του Τρύγου),ο Υμέναιος (τραγούδι του γάμου), τα παροίνια (του κρασιού),τα βαφκαλίσματα ( δηλ. νανουρίσματα) ο θρήνος (μοιρολόϊ), τα παρθένια, τα επινίκια ,του έρωτα, του θερισμού, ποιμενικά κ. ά.
Τα πιο σπουδαία όμως ποιητικά και μουσικά δημιουργήματα είναι η Αττική τραγωδία και κωμωδία. Οι μονόλογοι και οι διάλογοι απαγγέλλονται με συνοδεία λύρας ή κιθάρας και τα ενδιάμεσα χορικά τραγουδιούνται με συνοδεία αυλού. Μάλιστα οι θεατρικοί συγγραφείς είναι- συνήθως- και οι συνθέτες της Μουσικής που παίζεται στα έργα τους. Ανάμεσά τους, ξεχωριστή θέση έχουν ο Θέσπις, οι τρεις μεγάλοι τραγικοί Αισχύλος, Ευρυπίδης, Σοφοκλής και ο κωμωδιογράφος Αριστοφάνης .
Υπάρχουν πολλοί που συνετέλεσαν στη ανάπτυξη της Μουσικής στην Αρχαία Ελλάδα.
Ο Μαθηματικός Πυθαγόρας από τη Σάμο, πειραματίστηκε με το Μονόχορδο,ένα δικής του κατασκευής όργανο που είχε μια χορδή. Μετακινώντας δεξιά-αριστερά τον καβαλάρη μπορούσε να χωρίσει τη χορδή σε διάφορα τμήματα. Μελετώντας τη σχέση μήκους χορδής και παραγόμενου ήχου, ερεύνησε τους νόμους της Μουσικής και απέδειξε ότι ο ήχος έχει σχέση με τα μαθηματικά, βάζοντας έτσι τις βάσεις της επιστήμης που λέγεται Ακουστική.
Ο Τέρπανδρος από τη Λέσβο, επινοεί ένα σύστημα μουσικής γραφής, που επιτρέπει στους ραψωδούς να θυμούνται και να παίζουν σωστά τα -μεγάλης διάρκειας- ομηρικά έπη.
Η συμπατριώτισσά του Σαπφώ με τα μελωδικότατα τρυφερά τραγούδια της, μαγεύει τόσο τον κόσμο, ώστε την αποκαλούν «δέκατη μούσα».
Ο αθηναίος Τυρταίος με τα φλογερά πατριωτικά του τραγούδια ενθουσιάζει τους Σπαρτιάτες και τους δίνει δύναμη να νικήσουν τους Μεσσηνίους.
Ο Στησίχορος από τη Σικελία προσθέτει μετά από μια ποιητική στροφή ,την επωδό (αυτό που λέμε σήμερα ρεφρέν).
Ο Αλκαίος (κι αυτός από τη Λέσβο) διακρίθηκε για τα ερωτικά τραγούδια του και τους ύμνους του προς την ελευθερία..
Ακόμα ο Πίνδαρος από τη Θήβα, ο Ανακρέων από την Ιωνία, ο αθηναίος Δάμων και πολλοί άλλοι.
Αυτό που οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν είναι ότι οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν αναπτύξει ένα τέλειο σύστημα Μουσικής γραφής, είχαν δηλαδή «νότες»,γεγονός που επέτρεπε στους μουσικούς να παίζουν πάντα σωστά τα έργα τους να τα ανταλλάσσουν μεταξύ τους ή ακόμα και να τα στέλνουν γραμμένα σε άλλες πόλεις μέσα ή έξω από την Ελλάδα, όπως έκανε ο Πίνδαρος .Είχαν μάλιστα δύο συστήματα γραφής το «οργανικό» και το «φωνητικό».
Τα σύμβολα της Μουσικής γραφής είναι γνωστά από τα τέλη του 6ου πΧ αι. Είναι γράμματα του Αρχαίου Ελληνικού αλφαβήτου σε όρθια, πλάγια, ή ανεστραμμένη θέση, και ακόμα σημεία στίξης (τόνοι, απόστροφοι κλπ). Το μεγάλος πλήθος των συμβόλων αυτών επιτρέπει στους Αρχαίους Έλληνες να καταγράφουν με ακρίβεια τη Μουσική τους.
Το πιο σπουδαίο, δε, είναι ότι μπορούμε να τα διαβάσουμε και παρ΄ όλο ότι έχουν σωθεί μόνο 70 κείμενα με μουσική γραφή (τα περισσότερα δυστυχώς όχι ολοκληρωμένα), είμαστε σε θέση να γνωρίσουμε τη μουσική των αρχαίων Ελλήνων παίζοντας και ακούγοντάς την.
Το αρχαιότερο μουσικό κείμενο είναι ένας πάπυρος του 3ου πΧ αιώνα, που περιέχει δύο αποσπάσματα από την «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Ευρυπίδη.
Στους Δελφούς βρέθηκαν δύο ύμνοι αφιερωμένοι στον Απόλλωνα που χρονολογούνται στα 130 π.Χ και είναι χαραγμένοι σε πέτρα (με τα μουσικά σύμβολα, όπως είπαμε).Αν και έχει σωθεί μόνο μια μικρή μελωδία, ξέρουμε ότι οι συγκεκριμένοι ύμνοι παρουσιάστηκαν από μεγάλη ειδικά εκπαιδευμένη χορωδία Αθηναίων συνοδευόμενη από πλήθος οργάνων και ηθοποιών, κάτι σαν όπερα!
Το άλλο σπουδαίο εύρημα είναι η «επιτάφια στήλη του Σεικίλου», που φυλάσσεται σήμερα στο Μουσείο της Κοπεγχάγης. Ο Σεικίλος ήταν λυρικός ποιητής και μουσικός που έζησε τον 1ο πΧ αιώνα. Η στήλη αυτή είναι το πιο καλά διατηρημένο μουσικό κείμενο της Αρχαιότητας .Η μελωδία αποτελείται από 37 νότες, το δε κείμενό της αναφέρει τα εξής «Όσον ζης φαίνου, μηδέν όλως συ λυπού, προς ολίγον εστί το ζην ,το τέλος ο χρόνος απαιτεί» δηλαδή: όσο ζεις να λάμπεις (να χαίρεσαι), καθόλου να μην λυπάσαι, γιατί η ζωή είναι λίγη κι ο χρόνος οδηγεί στο τέλος.
Στην Αρχαία Ελλάδα δεν υπάρχει ποίηση χωρίς Μουσική. Γι αυτό ποιητής και συνθέτης είναι συνήθως το ίδιο πρόσωπο. Η πρώτη έντεχνη ποίηση και Μουσική είναι τα έπη , που συναντάμε στα χρόνια του Ομήρου. Πρόκειται όχι ακριβώς για τραγούδι, αλλά για απαγγελία ποιημάτων με συνοδεία λύρας. Τα έπη περιγράφουν κατορθώματα ηρώων ή πολεμικές αναμετρήσεις και ψάλλονται από τους ραψωδούς σε συμπόσια, αγώνες και επίσημες γιορτές. Εκτός από τον ίδιο τον δημιουργό της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, φημισμένοι ραψωδοί είναι ο Φήμιος, ο Θάμυρης και ο Δημόδοκος.
Την ίδια εποχή παρουσιάζονται διάφορα άλλα τραγούδια ο Λίνος (τραγούδι του Τρύγου),ο Υμέναιος (τραγούδι του γάμου), τα παροίνια (του κρασιού),τα βαφκαλίσματα ( δηλ. νανουρίσματα) ο θρήνος (μοιρολόϊ), τα παρθένια, τα επινίκια ,του έρωτα, του θερισμού, ποιμενικά κ. ά.
Τα πιο σπουδαία όμως ποιητικά και μουσικά δημιουργήματα είναι η Αττική τραγωδία και κωμωδία. Οι μονόλογοι και οι διάλογοι απαγγέλλονται με συνοδεία λύρας ή κιθάρας και τα ενδιάμεσα χορικά τραγουδιούνται με συνοδεία αυλού. Μάλιστα οι θεατρικοί συγγραφείς είναι- συνήθως- και οι συνθέτες της Μουσικής που παίζεται στα έργα τους. Ανάμεσά τους, ξεχωριστή θέση έχουν ο Θέσπις, οι τρεις μεγάλοι τραγικοί Αισχύλος, Ευρυπίδης, Σοφοκλής και ο κωμωδιογράφος Αριστοφάνης .
Υπάρχουν πολλοί που συνετέλεσαν στη ανάπτυξη της Μουσικής στην Αρχαία Ελλάδα.
Ο Μαθηματικός Πυθαγόρας από τη Σάμο, πειραματίστηκε με το Μονόχορδο,ένα δικής του κατασκευής όργανο που είχε μια χορδή. Μετακινώντας δεξιά-αριστερά τον καβαλάρη μπορούσε να χωρίσει τη χορδή σε διάφορα τμήματα. Μελετώντας τη σχέση μήκους χορδής και παραγόμενου ήχου, ερεύνησε τους νόμους της Μουσικής και απέδειξε ότι ο ήχος έχει σχέση με τα μαθηματικά, βάζοντας έτσι τις βάσεις της επιστήμης που λέγεται Ακουστική.
Ο Τέρπανδρος από τη Λέσβο, επινοεί ένα σύστημα μουσικής γραφής, που επιτρέπει στους ραψωδούς να θυμούνται και να παίζουν σωστά τα -μεγάλης διάρκειας- ομηρικά έπη.
Η συμπατριώτισσά του Σαπφώ με τα μελωδικότατα τρυφερά τραγούδια της, μαγεύει τόσο τον κόσμο, ώστε την αποκαλούν «δέκατη μούσα».
Ο αθηναίος Τυρταίος με τα φλογερά πατριωτικά του τραγούδια ενθουσιάζει τους Σπαρτιάτες και τους δίνει δύναμη να νικήσουν τους Μεσσηνίους.
Ο Στησίχορος από τη Σικελία προσθέτει μετά από μια ποιητική στροφή ,την επωδό (αυτό που λέμε σήμερα ρεφρέν).
Ο Αλκαίος (κι αυτός από τη Λέσβο) διακρίθηκε για τα ερωτικά τραγούδια του και τους ύμνους του προς την ελευθερία..
Ακόμα ο Πίνδαρος από τη Θήβα, ο Ανακρέων από την Ιωνία, ο αθηναίος Δάμων και πολλοί άλλοι.
Αυτό που οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν είναι ότι οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν αναπτύξει ένα τέλειο σύστημα Μουσικής γραφής, είχαν δηλαδή «νότες»,γεγονός που επέτρεπε στους μουσικούς να παίζουν πάντα σωστά τα έργα τους να τα ανταλλάσσουν μεταξύ τους ή ακόμα και να τα στέλνουν γραμμένα σε άλλες πόλεις μέσα ή έξω από την Ελλάδα, όπως έκανε ο Πίνδαρος .Είχαν μάλιστα δύο συστήματα γραφής το «οργανικό» και το «φωνητικό».
Τα σύμβολα της Μουσικής γραφής είναι γνωστά από τα τέλη του 6ου πΧ αι. Είναι γράμματα του Αρχαίου Ελληνικού αλφαβήτου σε όρθια, πλάγια, ή ανεστραμμένη θέση, και ακόμα σημεία στίξης (τόνοι, απόστροφοι κλπ). Το μεγάλος πλήθος των συμβόλων αυτών επιτρέπει στους Αρχαίους Έλληνες να καταγράφουν με ακρίβεια τη Μουσική τους.
Το πιο σπουδαίο, δε, είναι ότι μπορούμε να τα διαβάσουμε και παρ΄ όλο ότι έχουν σωθεί μόνο 70 κείμενα με μουσική γραφή (τα περισσότερα δυστυχώς όχι ολοκληρωμένα), είμαστε σε θέση να γνωρίσουμε τη μουσική των αρχαίων Ελλήνων παίζοντας και ακούγοντάς την.
Το αρχαιότερο μουσικό κείμενο είναι ένας πάπυρος του 3ου πΧ αιώνα, που περιέχει δύο αποσπάσματα από την «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Ευρυπίδη.
Στους Δελφούς βρέθηκαν δύο ύμνοι αφιερωμένοι στον Απόλλωνα που χρονολογούνται στα 130 π.Χ και είναι χαραγμένοι σε πέτρα (με τα μουσικά σύμβολα, όπως είπαμε).Αν και έχει σωθεί μόνο μια μικρή μελωδία, ξέρουμε ότι οι συγκεκριμένοι ύμνοι παρουσιάστηκαν από μεγάλη ειδικά εκπαιδευμένη χορωδία Αθηναίων συνοδευόμενη από πλήθος οργάνων και ηθοποιών, κάτι σαν όπερα!
Το άλλο σπουδαίο εύρημα είναι η «επιτάφια στήλη του Σεικίλου», που φυλάσσεται σήμερα στο Μουσείο της Κοπεγχάγης. Ο Σεικίλος ήταν λυρικός ποιητής και μουσικός που έζησε τον 1ο πΧ αιώνα. Η στήλη αυτή είναι το πιο καλά διατηρημένο μουσικό κείμενο της Αρχαιότητας .Η μελωδία αποτελείται από 37 νότες, το δε κείμενό της αναφέρει τα εξής «Όσον ζης φαίνου, μηδέν όλως συ λυπού, προς ολίγον εστί το ζην ,το τέλος ο χρόνος απαιτεί» δηλαδή: όσο ζεις να λάμπεις (να χαίρεσαι), καθόλου να μην λυπάσαι, γιατί η ζωή είναι λίγη κι ο χρόνος οδηγεί στο τέλος.
Μ ο υ σ ι κ ά ό ρ γ α ν α
Οι Αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν όργανα που ανήκουν και στις τρεις μεγάλες κατηγορίες: έγχορδα, πνευστά και κρουστά.Το Μουσικό όργανο που συναντιέται σε όλη την Αρχαία Ελλάδα είναι η Λύρα. Κατά τη Μυθολογία ο νεαρός Ερμής έκλεψε τα βόδια του Απόλλωνα και για να γλιτώσει την τιμωρία από τον μεγαλύτερο αδελφό του, του πρόσφερε μια λύρα, που κατασκεύασε χρησιμοποιώντας για ηχείο το όστρακο μιας χελώνας. Σ' αυτό το όστρακο ήταν στερεωμένα δύο βραχίονες από κέρατα ζώου. Το πίσω μέρος καλύφθηκε από δέρμα, κλείνοντας έτσι το ηχείο.
Οι επτά χορδές κατασκευάζονταν από έντερα ή νεύρα ζώου και παίζονταν με το δεξί χέρι είτε απ΄ ευθείας με τα δάκτυλα είτε με πλήκτρο (όπως η πένα) από ελεφαντόδοντο. Για να σταματήσει ο ήχος, ακουμπούσαν τη χορδή με το αριστερό χέρι. Αργότερα οι χορδές αυξήθηκαν σε 9 ή και 12 και γίνονταν από λινάρι ή κάναβη.
Το παίξιμο της λύρας ήταν εύκολο και γι αυτό χρησιμοποιήθηκε πολύ στην μουσική εκπαίδευση των νέων. Επειδή ο ήχος της δεν ήταν ιδιαίτερα δυνατός ,συνήθως παιζόταν σε κλειστούς χώρους.
Πιο στενή και μακρύτερη από η λύρα είναι η Βάρβιτος .Οι χορδές της είναιάλλοτε 3 και άλλοτε περισσότερες.
Ένας άλλος τύπος λύρας μέχρι και 12 χορδές είναι η Κιθάρα. Βαρύτερη, με ξύλινο ηχείο και δυνατότερο ήχο, παίζεται μόνο από άνδρες επαγγελματίες μουσικούς, τους κιθαρωδούς.
Η Αιωρική κιθάρα με μεγάλο ηχείο, κατακόρυφους βραχίονες και 7 χορδές.
Η Άρπα ή τρίγωνο με πολλές χορδές διαφορετικού μήκους, παίζεται μόνο με τα δάκτυλα. Στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών, φυλάσσεται το μαρμάρινο ειδώλιο «ο αρπιστής της Κέρου» (2400-2200 πΧ).
Η πανδούρα ή τρίχορδο είναι ένα όργανο που έχει πολλή μεγάλη σημασία στην Ιστορία της Ελληνικής Μουσικής, αφού αργότερα έγινε η θαμπούρα του Διγενή Ακρίτα (10ος μΧ αι), για να καταλήξει σε ταμπουρά και τέλος μπουζούκι. Στην Μαντίνεια βρέθηκε ένα ανάγλυφο του 320 πΧ, που απεικονίζει μια Μούσα να παίζει πανδούρα. (βλ εικ):
Η πανδούρα ή τρίχορδο είναι ένα όργανο που έχει πολλή μεγάλη σημασία στην Ιστορία της Ελληνικής Μουσικής, αφού αργότερα έγινε η θαμπούρα του Διγενή Ακρίτα (10ος μΧ αι), για να καταλήξει σε ταμπουρά και τέλος μπουζούκι. Στην Μαντίνεια βρέθηκε ένα ανάγλυφο του 320 πΧ, που απεικονίζει μια Μούσα να παίζει πανδούρα. (βλ εικ):
Από τα πνευστά όργανα, το πιο διαδεδομένο είναι ο αυλός, ένας σωλήνας από οστά ή κέρατα ζώων, καλάμι, ξύλο, χαλκό, με τρύπες των οποίων ο αριθμός διαφέρει. Συνήθως ο αυλός είναι διπλός (δίαυλος).
Η σάλπιγγα από χαλκό, και το κέρας (από κέρατο ζώου ή όστρακο) χρησιμοποιούνται για στρατιωτικά παραγγέλματα, αλλά και για ιερές τελετές.
Η Σύριγξ ή Αυλός του Πάνα είναι κατασκευασμένη από πολλά καλάμια διαφορετικού μήκους. Η μυθολογία λέει ότι ο Πάνας καταδίωξε την Σύριγγα, κόρη του Λάδωνα, η οποία στην προσπάθειά της να σωθεί, μεταμορφώθηκε σε καλάμι. Ο Πάνας από το θυμό του έσπασε το καλάμι. Όταν μετάνιωσε, έβαλε τα καλάμια το ένα κοντά στο άλλο και κλαίγοντας, φιλώντας τα και φυσώντας, ανακάλυψε τον ωραίο ήχο που βγάζει το όργανο αυτό.
Η ύδραυλις λειτουργούσε με πεπιεσμένο αέρα, που περνούσε από μια σειρά σωλήνων διαφορετικού μήκους και ένα δοχείο νερού. Η κατασκευή του αποδίδεται στον Κτησίβιο τον Αλεξανδρινό τον 3ο πΧ αι. Το όργανο αυτό δεν είναι άλλο από το γνωστό μας «εκκλησιαστικό όργανο» της καθολικής εκκλησίας, χρησιμοποιήθηκε δε και στο Βυζάντιο για την πρακτική εξάσκηση της εκκλησιαστικής χορωδίας (όχι όμως κατά τη διάρκεια της λειτουργίας).
Από τα κρουστά, χρησιμοποιούνταν κυρίως το τύμπανο (από δύο τεντωμένα κομμάτια δέρματος) που παίζονταν με το χέρι, συνήθως από γυναίκες. Ακόμη, το σείστρο (σαν κουδουνίστρα), τα κύμβαλα (δύο μεταλλικά πιάτα) και τα κρόταλα (από δύο κομμάτια όστρακο, ξύλο ή μέταλλο, που χτυπιούνται μεταξύ τους όπως οι καστανιέτες).
Όλα αυτά τα όργανα άλλαξαν μορφές, ονόματα. μεγέθη στο πέρασμα των αιώνων. Ένα μόνο έμεινε σταθερό : η ελληνική ψυχή που τα γέννησε.
Ζούμε κάτω απ΄ τον ίδιο ουρανό με τον αρπιστή της Κέρου , ανασαίνουμε τον ίδιο αέρα με τον Σεικίλο, γευόμαστε την ίδια θάλασσα με τη Σαπφώ! Κι όσες αλλοιώσεις προστεθούν από ξένα στοιχεία, θα φτάσει στ΄ αυτιά μας η φωνή των προγόνων . Ας την ακούσουμε !
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου